λεμονιά

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Λεμονιά

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η λεμονιά οι λεμονιές
      γενική της λεμονιάς των λεμονιών
    αιτιατική τη λεμονιά τις λεμονιές
     κλητική λεμονιά λεμονιές
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

λεμονιά < λεμόν(ι) + -ιά

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

λεμονιά θηλυκό

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]

λεμονιά

  1. ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού, θηλυκού γένους του λεμονής
  2. ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του λεμονής